Άλλη μια «εξωτική» ποδοσφαιρική λίγκα κάνει ντεμπούτο αυτές τις μέρες. Το Τατζικιστάν δεν μπορεί να υπερηφανευτεί για το επίπεδο του ποδοσφαίρου του ακόμα και στο τοπικό επίπεδο της Ασίας, ωστόσο το πρωτάθλημα της Ανώτερης Κατηγορίας (Higher League) που ξεκινάει φαίνεται ότι θα αποτελέσει μια ακόμη διέξοδο για τους παίκτες που «επιμένουν» στο κανονικό ποδοσφαιρικό στοίχημα. Και δεν το’ χουν γυρίσει ακόμα στο καζίνο, τα e-sports και το πινγκ-πονγκ.
Σκοπός του κειμένου είναι να δώσει μια καλή γεύση σε όσους ενδιαφέρονται όχι για την ακριβή δυναμικότητα των ομάδων (αυτή όποιος πει ότι την κατέχει θα κάνει παρέα με τον… Πινόκιο), αλλά για τη χώρα, τους ανθρώπους της, την ιστορία του ποδοσφαίρου και των ομάδων. Όταν θα τελειώσετε το διάβασμα, τα ονόματα δεν θα φαντάζουν πια τόσο παράξενα, όσο πριν…
Τόσο μακριά, αλλά τόσο κοντά…
Ας το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή: Οι Τατζίκοι είναι Πέρσες. Αν όχι «καθαρόαιμοι» Πέρσες, τουλάχιστον περσικής καταγωγής. Αυτή είναι και η μεγάλη τους διαφορά από τους άλλους λαούς της Κεντρικής Ασίας, που περιήλθαν υπό τον έλεγχο των Ρώσων και στην πορεία έφτιαξαν αυτόνομες σοβιετικές δημοκρατίες, που εξελίχθηκαν σε κράτη (Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Κιργιστάν, Τουρκμενιστάν). Όλες οι άλλες φυλές είναι τουρκο-μογγολικές. Οι Τατζίκοι είναι ιρανική φυλή. Άλλωστε, το προδίδει και το όνομά τους. «Τατ» αποκαλούν οι τουρκόφωνοι κεντροασιάτες όλους τους Πέρσες.
Επί αιώνες η περιοχή αυτή ήταν επαρχία της απέραντης περσικής αυτοκρατορίας. Μια ακριτική επαρχία, καθώς συνόρευε με τα απέραντα βοσκοτόπια των τουρκόφωνων λαών και με απροσπέλαστα βουνά. Όλη αυτή η περιοχή κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος μάλιστα ίδρυσε και πόλη, την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη (το σημερινό Χουτζάντ), ως τελευταίο «φυλάκιο» προς βορρά του απέραντου κράτους του.
Η περιοχή κατακτήθηκε αργότερα από τον Τζέγκινς Χαν (όπως όλη η κεντρική Ασία) και εν πολλοίς εξισλαμίστηκε. Κάποιοι, βέβαια, επέμειναν να πιστεύουν ακόμα σε πιο παλιές θρησκείες, κι έτσι το Τατζικιστάν είναι σήμερα η μοναδική χώρα του κόσμου όπου πάνω από 1% (για την ακρίβεια 1,2%) πιστεύει στον ζωροαστρισμό. Από τον 16ο αιώνα οι περιοχές των περσόφωνων Τατζίκων (που τότε θεωρούνταν απλώς μια υποδιαίρεση των Περσών) περιήλθαν στην κατοχή του πανίσχυρου τουρκόφωνου χανάτου της Βουχάρας, στο γειτονικό Ουζμπεκιστάν.
Χωρίστηκαν στη μέση
Από τα μέσα του 19ου αιώνα η περιοχή της Κεντρικής Ασίας άρχισε να ανοίγει την όρεξη των μεγάλων δυνάμεων. Οι Ρώσοι από το βορρά και οι Άγγλοι από το νότο άρχισαν να επεκτείνονται προς τα εκεί και όταν… έπεσαν η μία πάνω στην άλλη χάραξαν τα σύνορα εκεί που ήθελαν και δεν έλαβαν υπ’ όψιν τους πληθυσμούς.
Συνέπεια αυτής της ιμπεριαλιστικής πολιτικής ήταν να χωριστούν οι Τατζίκοι σε δύο μεγάλα μέρη. Σ’ αυτούς που βρέθηκαν υπό ρώσικη επιρροή και σ’ αυτούς που συμπεριλήφθηκαν στο (ελεγχόμενο από τους Άγγλους) τεχνητό κράτος του Αφγανιστάν. Σήμερα οι Τατζίκοι που ζουν στο Αφγανιστάν είναι σχεδόν 9,7 εκατομμύρια, πολύ περισσότεροι από τους Τατζίκους του Τατζικιστάν (6,7 εκατομμύρια).
Το σοβιετικό Τατζικιστάν
Μετά την Ρωσική επανάσταση του 1917, οι μπολσεβίκοι αποφάσισαν να δημιουργήσουν όσο το δυνατόν πιο ομοιογενείς διοικητικές μονάδες. Οι Τατζίκοι από το 1924 είχαν τη δική τους αυτόνομη δημοκρατία, υπαγόμενη στο μεγαλύτερο Ουζμπεκιστάν. Το 1929, όμως, η περιοχή «αναβαθμίστηκε» σε σοβιετική δημοκρατία, ένα από τα «βασικά» κομμάτια της ΕΣΣΔ.
Τότε αποφασίστηκαν και κάποιες αλλαγές συνόρων. Όλο το βόρειο τμήμα του Τατζικιστάν, που εισχωρεί σαν… δάχτυλο στο Ουζμπεκιστάν, «προσαρτήθηκε» στο Τατζικιστάν για να αυξηθεί ο πληθυσμός του. Ακόμα και σήμερα σ’ εκείνη την περιοχή Τατζίκοι και Ουζμπέκοι είναι σχεδόν στο 50%-50%.
Το Τατζικιστάν έχει έκταση 143.000 τ.χλμ., κάτι περισσότερο από την Ελλάδα δηλαδή, αλλά ο κόσμος είναι συγκεντρωμένος κατά 97%(!) στο δυτικό μισό της χώρας. Το ανατολικό 45% αποτελεί το «αυτόνομο» έδαφος του Μπανταχσάν, μια περιοχή ερημική στο βορρά και εξαιρετικά ορεινή στο νότο, που κατοικείται από ελάχιστους ανθρώπους. Στο Μπανταχσάν βρίσκεται το υψηλότερο σημείο ολόκληρης της πρώην ΕΣΣΔ, μια κορυφή 7.495 μέτρων, που στην αρχή ονομάστηκε «κορυφή Στάλιν», μετά «όρος Κομουνισμός» και μετά την ανεξαρτησία «κορυφή Σομόνι», από την ομώνυμη περσική δυναστεία.
Το Τατζικιστάν παρέμεινε η πιο φτωχή και υπανάπτυκτη απ’ όλες τις «δημοκρατίες» της πρώην ΕΣΣΔ. Και μια από τις πιο «απείθαρχες», δεδομένου ότι σε πείσμα της αθεϊστικής σοβιετικής πολιτικής, το ισλάμ δεν ξεριζώθηκε, αλλά αύξησε την επιρροή του.
Ανεξαρτησία και Ραχμόν
Το 1991 το Τατζικιστάν ανακήρυξε την ανεξαρτησία του από την ΕΣΣΔ. Αμέσως ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των φιλοκομουνιστών και μιας «ενωμένης» αντιπολίτευσης, στην οποία συμπαρατάχθηκαν φιλοδημοκρατικοί, εθνικιστές και ισλαμιστές. Ο πόλεμος κράτησε από το 1992 ως το 1997 και πήρε περισσότερες από 100.000 ζωές, κυρίως αμάχων.
Οι φιλοκομουνιστές επικράτησαν, κι ας απαρνήθηκαν τον κομουνιστικό μανδύα. Ο Εμομαλί Ραχμόνοφ, μέλος του τελευταίου τατζικικού Σοβιέτ και πρόεδρός του από το 1992, έγινε πρόεδρος το 1994 και από τότε κυβερνάει τη χώρα άλλωστε με το μαστίγιο, άλλοτε με το καρότο. Το Κομουνιστικό Κόμμα του Τατζικιστάν μετονομάστηκε σε Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα και ο ίδιος άλλαξε το όνομά του σε «Ραχμόν» από «Ραχμόνοφ». Ούτως ή άλλως η κατάληξη «-οφ» είχε επιβληθεί από τους Σοβιετικούς σε όλους τους λαούς της περιοχής, για να μοιάζουν με τα ρώσικα.
Ο 67χρονος σήμερα Ραχμόν έχει προνοήσει για όλα. Από τα εννέα (!) παιδιά του τα δύο είναι αξιωματούχοι της κυβέρνησης και ο γιος του Ρουστάμ αναμένεται να διαδεχτεί τον πατέρα του, όταν αυτός αφήσει τα εγκόσμια.
Το ποδόσφαιρο στο Τατζικιστάν
Οι Τατζίκοι έδειχναν ανέκαθεν προτίμηση προς τα σπορ της δύναμης και της σωματικής επαφής. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τέσσερα μετάλλια που έχει να επιδείξει η χώρα σε Ολυμπιακούς αγώνες αφορούν την πάλη, το τζούντο, την πυγμαχία και τη σφύρα.
Το ποδόσφαιρο ήταν ανέκαθεν το πιο δημοφιλές σπορ στο Τατζικιστάν, αν και ποτέ δεν αξιώθηκε να έχει επιτυχίες. Από τη δεκαετία του 1920 διοργανώθηκε τοπικό πρωτάθλημα και το 1938 υπήρξε τοπικό κύπελλο, αλλά μόνο μία ομάδα μετείχε στην πρώτη κατηγορία της ενωμένης ΕΣΣΔ: Η ΤΣΣΚΑ Παμίρ Ντουσαμπέ, και μάλιστα τις τρεις τελευταίες χρονιές του πρωταθλήματος (1989-91).
Στην ιστορία, δε, της ενιαίας εθνικής ΕΣΣΔ μόνο 5 παίκτες από το Τατζικιστάν φόρεσαν τη φανέλα της. Κανείς τους δεν ήταν «βέρος» Τατζίκος, αφού μετά την ανεξαρτητοποίηση των δημοκρατιών όλοι έφυγαν και τέσσερις από τους πέντε άλλαξαν υπηκοότητα: δύο έγιναν Ρώσοι, ένας έγινε Ουκρανός κι ένας Γερμανός.
Η εθνική ομάδα του Τατζικιστάν ιδρύθηκε το 1992. Τίποτα σπουδαίο δεν έχει κάνει, ούτε καν να προκριθεί σε τελική φάση ασιατικού πρωταθλήματος. Δύο φουρνιές, αυτή των γεννημένων το 1990 και αυτή του 2002, κατάφεραν να διακριθούν στο Κ17 κύπελλο Ασίας και να προκριθούν στο Μουντιάλ της ηλικιακής αυτής κατηγορίας. Ομάδες από τη χώρα κατέκτησαν τέσσερις φορές (τρεις η Ρεντάρ Ταντάζ και μία η Ιστικλόλ) το AFC President’s Cup, μια διοργάνωση στην οποία μετείχαν μόνο οι «υπανάπτυκτες» ασιατικές χώρες.
Το πρωτάθλημα
Το περσινό πρωτάθλημα, όπως και όλα των προηγούμενων χρόνων, γινόταν με τη συμμετοχή οκτώ ομάδων. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες η ομοσπονδία αποφάσισε το φετινό να γίνει με τη συμμετοχή δέκα ομάδων και να διεξαχθεί σε τρεις γύρους (άρα κάθε ομάδα θα δώσει συνολικά 27 ματς).
Επιτρέπονται το πολύ έξι ξένοι παίκτες, ανεξαρτήτως αν προέρχονται από την Ασία ή άλλη ήπειρο. Μόνο τρεις ομάδες έχουν έξι ξένους, οι άλλες λιγότερους. Συνολικά 43 μη Τατζίκοι μετέχουν, και οι 20 είναι Ουζμπέκοι. Υπάρχουν 9 Γκανέζοι και 2 Καμερουνέζοι. Μόνο τέσσερις από τους ξένους αυτούς έχουν καταγράψει έστω μία συμμετοχή με την εθνική της χώρας τους. Οι οκτώ στους δέκα προπονητές που ξεκινούν είναι Τατζίκοι, μόνο η ΤΣΣΚΑ Παμίρ έχει Ουκρανό στον πάγκο της και η Χουζάντ Σέρβο.
Τα φαβορί
ΙΣΤΙΚΛΟΛ: Μόλις 13 χρόνια παρουσίας στο πρωτάθλημα, αλλά κυρίαρχη. Το Ιστικλόλ σημαίνει «ανεξαρτησία» στην τοπική γλώσσα. Ιδρύθηκε από τον Σοχρούχ Σαϊντζοντά, μεγαλοεπιχειρηματία, πάμπλουτου και στενότατου φίλου του προέδρου-δικτάτορα Ραχμόν. Από το 2009 που ανέβηκε στην 1η κατηγορία έχει κατακτήσει 8 τίτλους, μία φορά τερμάτισε 2η, μία 3η και μία 4η! Έχει και 8 κύπελλα, και συμμετοχή σε 3 τελικούς. Τα σαρώνει όλα η ομάδα. Λογικότατο, καθώς έχει στις τάξεις της σχεδόν όλους τους διεθνείς Τατζίκους, αλλά και τους πιο ακριβούς ξένους. Έδρα η πρωτεύουσα Ντουσαμπέ.
ΡΕΓΚΑΡ-ΤΑΝΤΑΖ: Η κυρίαρχη ομάδα της χώρας πριν την εμφάνιση του τυφώνα Ιστικλόλ, με επτά τίτλους πρωταθλήτριας και έξι κύπελλα από το 2000 (συμμετείχε και στους 5/7 τελευταίους τελικούς, αλλά δεν κέρδισε κανέναν). «Ρεγκάρ» σημαίνει «χωριό της άμμου» και ΤΑΝΤΑΖ είναι το όνομα της Εθνικής Εταιρείας Αλουμινίου. Εδρεύει στην πόλη Τουρσούνζοντα, την οποία λόγω μόλυνσης του περιβάλλοντος οι κάτοικοί της σιγά-σιγά την εγκαταλείπουν. Από το 2013 και μετά το μπάτζετ της ομάδας έχει περικοπεί δραματικά, λόγω οικονομικών προβλημάτων της εταιρίας.
ΧΟΥΤΖΑΝΤ: Δεύτερη δύναμη τα τελευταία χρόνια, τερμάτισε στη 2η θέση στα τρία τελευταία πρωταθλήματα. Ομάδα από τη βόρεια επαρχία, όπου υπάρχουν πολλοί Ουζμπέκοι. Κατέκτησε το κύπελλο το 2007. Ενισχύεται οικονομικά από την εταιρεία του ταϊλανδέζικου αναψυκτικού «Καραμπάο», η οποία έγινε γνωστή διεθνώς επειδή ανέλαβε βασικός σπόνσορας του αγγλικού Λιγκ Τρόφι! Όλοι οι ξένοι της είναι, φυσικά, Ουζμπέκοι.
Οι μικρομεσαίοι
ΤΣΣΚΑ ΠΑΜΙΡ: Αυτή η ομάδα είναι, όπως είπαμε, η μοναδική της χώρας που πήρε μέρος στην Α’ κατηγορία του πρωταθλήματος της ενιαίας ΕΣΣΔ. Ιδρύθηκε το 1970, αλλά από το 1997 την ανέλαβε το υπουργείο άμυνας της χώρας. Στα πρώτα χρόνια της τατζικικής λίγκας ήταν πρωταγωνίστρια. Τώρα απλώς έχει μια ομάδα που παίρνει τα ματς που πρέπει για να μην υποβιβαστεί. Έχει τρεις Ουκρανούς ξένους. Εδρεύει, φυσικά, στη Ντουσαμπέ.
ΙΣΤΑΡΑΒΣΑΝ: Παλιά ομάδα, με έτος ίδρυσης το 1938. Είχε κάποιες σποραδικές εμφανίσεις στην Α΄κατηγορία. Το 2013 υποβιβάστηκε και διαλύθηκε, αλλά «αναγεννήθηκε» το 2017 και ανέβηκε πάλι το 2019. Έχει έδρα κι αυτή στη βόρεια επαρχία. Εκτός από τους «γνωστούς» Ουζμπέκους ξένους, έχει και δύο Καμερουνέζους.
ΚΟΥΚΤΟΣ: Ιδρύθηκε το 2011 κι ανέβηκε πρώτη φορά στην Α΄ κατηγορία το 2018. Έχει έδρα μια μικρή βιομηχανική πόλη στο κέντρο της χώρας.
ΧΑΤΛΟΝ: Έχει έδρα στην πόλη Μποκτάρ, την πιο μεγάλη πληθυσμιακά της νότιας επαρχίας της χώρας, που συνορεύει με το Αφγανιστάν. Ως το 2019 ονομαζόταν Βανκς, και είχε πάρει δύο τίτλους (2005,2009) κι ένα κύπελλο (2003). Ομάδα που έχει έναν μόνο ξένο, Γκανέζο.
Οι νεοφώτιστες
ΛΟΚΟΜΟΤΙΒ ΠΑΜΙΡ: Νεοφώτιστη, εδρεύει στη Ντουσαμπέ. Ιδρύθηκε το 1961 από υπαλλήλους των σιδηροδρόμων της χώρας. Πρωταθλήτρια πέρυσι στη Β’ κατηγορία.
ΝΤΟΥΣΑΜΠΕ-83: Άλλη μια νεοφώτιστη, κι αυτή με έδρα την πρωτεύουσα Ντουσαμπέ. Στην 3η θέση του πρωταθλήματος Β’ κατηγορίας πέρυσι. Έφερε πέντε Γκανέζους (!), άγνωστους βέβαια.
ΦΑΪΖΚΑΝΤ: Η τελευταία νεοφώτιστη, 2η πέρυσι στο πρωτάθλημα Β’ κατηγορίας. Εδρεύει στη νότια επαρχία, σε μια πολύ μικρή πόλη, κι έχει πέντε Ουζμπέκους σαν ξένους.